Θεωρία του Νου και Αυτισμός

Θεωρία του Νου και Αυτισμός

  • 13 Ιούν Off

Newsletter Τεύχος 38 – Ιούνιος 2023

[«Ο άνθρωπος είναι ον φύσει κοινωνικό…»]

Εισαγωγή

Η Διαταραχή του Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) είναι μια νευροβιολογική διαταραχή που επηρεάζει σημαντικά την κοινωνική αλληλεπίδραση, τη λεκτική και μη επικοινωνία και τη συμπεριφορά του ατόμου (Kimhi, 2014). Χαρακτηρίζεται από επίμονες δυσκολίες επικοινωνίας και κοινωνικής συνδιαλλαγής, περιορισμένα ενδιαφέροντα και παρουσία επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών (American Psychiatric Association, 2013).

Αρκετοί συγγραφείς εδώ και δεκαετίες, υποστηρίζουν ότι τα ελλείμματα στους παραπάνω τομείς σχετίζονται με τη Θεωρία του Νου (Baron-Cohen et al., 1985).

Τα ελλείμματα στην απόκτηση μιας Θεωρίας του Νου παρέχουν μία λογική εξήγηση για τα κύρια συμπτώματα που παρουσιάζονται στη Διαταραχή του Αυτιστικού Φάσματος, ιδιαίτερα τις βλάβες που αφορούν στην κοινωνική αμοιβαιότητα και την επικοινωνία.

Ερωτήματα αναφορικά με τα ελλείμματα της Θεωρίας του Νου στη ΔΑΦ οδήγησαν στη διενέργεια μεγάλου αριθμού εμπειρικών μελετών από διαφορετικές ερευνητικές ομάδες, οι οποίες έχουν αποδείξει πως δεν υπάρχει αμφιβολία για τη δυσκολία των ατόμων με αυτισμό στην απόδοση ψυχικών καταστάσεων τόσο στον εαυτό τους όσο και σε άλλους (Τager-Flusberg, 2007).

Ένα εξίσου εύλογο ερώτημα είναι αν η εκπαίδευση των ατόμων με ΔΑΦ στη Θεωρία του Νου είναι ικανή να βελτιώσει τα ελλείμματα στους παραπάνω τομείς και να ενισχύσει την ενσυναίσθηση.

Θεωρία Του Νου

Η Θεωρία του Νου αποτελεί μία από τις βασικότερες συνιστώσες της κοινωνικής μας ζωής (Whiten, 1993). Ο όρος Θεωρία του Νου (ΘΝ) αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να αποδίδει νοητικές καταστάσεις (επιθυμίες, πεποιθήσεις, προθέσεις, συναισθήματα) τόσο στον εαυτό του όσο και στους γύρω του, ώστε να προβλέπει, να εξηγεί και να κατανοεί μία συμπεριφορά (Premack & Woodruff, 1978). Η κατανόηση του εαυτού του αλλά και των άλλων, επιτρέπει στο άτομο να ερμηνεύει τις συμπεριφορές και να δρα καταλλήλως με απώτερο σκοπό την αποτελεσματική κοινωνική συνδιαλλαγή.

Η Θεωρία του Νου σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές είναι ταυτόσημη με τη γνωστική ενσυναίσθηση (Baron-Cohen, 1995; Roeyers, Buysse, Ponnet & Pichal, 2001). Η γνωστική ενσυναίσθηση αφορά στη συναισθηματική «ταύτιση» στη συγκινησιακή εμπειρία ενός άλλου προσώπου (μοίρασμα, μίμηση, αντανάκλαση της συγκίνησης του άλλου) (Μαρκοδημητράκη, 2012) και συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας ποιοτικής και ουσιαστικής σχέσης ενός ατόμου με τους γύρω του.

Η θεωρία του νου σημαίνει να έχεις την ικανότητα να στοχάζεσαι τόσο τα περιεχόμενα του μυαλού σου όσο και των άλλων. Η ικανότητα αυτήν, έχει μελετηθεί διεθνώς τόσο σε άτομα τυπικής ανάπτυξης όσο και σε άτομα που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού (Astington, 1994; Astington, Harris & Olson, 1988; Baron-Cohen, 1995; Baron-Cohen, Tager-Flusberg, & Cohen, 1993; Mitchell & Lewis, 1995; Moore & Dunham, 1996; Perner, 1991; Wellman, 1990; Whiten, 1991), με τη δεύτερη κατηγορία να παρουσιάζεται ανεπαρκής στην ελληνική βιβλιογραφία (Τάττου & Πλατσίδου, 2014).

Θεωρία του Νου στον Αυτισμό

Όπως αναφέρθηκε, η γνωστική ικανότητα είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της κοινωνικής επικοινωνίας (Senju, 2012). Ελλείμματα σε αυτήν μπορεί να σχετίζονται με τη διαταραχή του φάσματος του αυτισμού (ΔΑΦ), η οποία χαρακτηρίζεται από σημαντικές δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία.

Η δυσκολία στην ανάπτυξη των βασικών διαστάσεων της Θεωρίας του Νου είναι ένα βασικό γνωστικό χαρακτηριστικό της διαταραχής αυτής και φαίνεται να είναι καθολική μεταξύ των ατόμων που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού. (Baron-Cohen, 2000). Η βιβλιογραφία για τη διαταραχή της Θεωρίας του Νου στο φάσμα του αυτισμού είναι εκτεταμένη και ισχυρή (Belen Rosell;  Carmen Berengue; Inmaculada Baixauli; Rosa García & Ana Miranda, 2020).

Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα που αποτέλεσε έναυσμα και ορόσημο για τη μελέτη της θεωρίας του νου στον αυτισμό είναι αυτή των Baron- Cohen, Leslie & Frith το 1985. Η έρευνα αυτή αλλά και μετέπειτα μελέτες κατάφεραν να αλλάξουν άρδην τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε σήμερα για τη διαταραχή αυτή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών, τα άτομα με αυτισμό δυσκολεύονται να κατανοήσουν ότι οι άνθρωποι γύρω τους κάνουν διάφορες νοητικές διεργασίες, σκέψεις και το ότι έχουν ιδέες οι οποίες μπορεί να είναι διαφορετικές από την κατάσταση του πραγματικού κόσμου. Ένα τέτοιο έλλειμμα, είναι αρκετό για να εξηγήσει τις ανεπάρκειες που εμφανίζουν τα άτομα αυτά στον τομέα της κοινωνικότητας, της επικοινωνίας και της φαντασίας (Κορνηλάκη, 2010).

Ελλείμματα στους τομείς της Θεωρίας του Νου

Οι τομείς της Θεωρίας του Νου στους οποίους παρουσιάζουν ελλείμματα τα άτομα με αυτισμό παρουσιάζονται παρακάτω και είναι οι εξής:

Εξαπάτηση και λευκά ψέματα. Τα άτομα με αυτισμό δυσκολεύονται να δώσουν ψευδείς πληροφορίες, ώστε να εξαπατήσουν τον άλλον (Baron-Cohen, 2001). Παρόλο που οι ενέργειες εξαπάτησης θεωρούνται ηθικά μεμπτές, συχνά λέμε «λευκά ψέματα», όπως το να εκφράσουμε χαρά όταν συναντάμε κάποιον, τον οποίο όμως δεν έχουμε σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Μελέτες που πραγματοποιήθηκαν έδειξαν ότι τα άτομα με αυτισμό έχουν σημαντική δυσκολία στη δημιουργία τέτοιων συμπεριφορών (Baron-Cohen, 2006), αδυνατούν να κατανοήσουν τις προσπάθειες εξαπάτησης των άλλων (Baron-Cohen, 2007) και δεν είναι σε θέση να πουν ή να αντιληφθούν τα «λευκά ψέματα» (Baron-Cohen, 2007).

Διάκριση νοητικών-φυσικών οντοτήτων. Μία από τις κυρίαρχες διαστάσεις της θεωρίας του νου είναι η ικανότητα διάκρισης μεταξύ των νοητικών και φυσικών οντοτήτων. Σύμφωνα με σχετική μελέτη, τα άτομα με αυτισμό φαίνεται να αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά στη διάκριση αυτή (Baron-Cohen, 1989), καθώς αδυνατούν να διαχωρίσουν τη νοητική (βλέπω ένα αγόρι να κρατά ένα μπισκότο) από την πραγματική (κρατάω ο ίδιος ένα μπισκότο) εμπειρία και να αποδώσουν υπόσταση στο φυσικό και όχι στο νοητό αντικείμενο. 

Διάκριση «είναι-φαίνεσθαι». Μία επιπλέον διάκριση στην οποία δυσκολεύονται τα άτομα με αυτισμό είναι αυτήν του «φαίνεσθαι» και του «είναι», όπου εκδηλώνεται δυσκολία ανάμεσα στο πώς δείχνει και στο τι είναι πραγματικά ένα αντικείμενο (π.χ. ένα σφουγγάρι το οποίο μοιάζει με πέτρα). Τα άτομα με αυτισμό αδυνατούν να αντιληφθούν τη διπλή υπόσταση ενός αντικειμένου και να κατανοήσουν τις ψευδείς αναπαραστάσεις της πραγματικότητας.

Κατανόηση όρων που δηλώνουν νοητικές καταστάσεις ή πράξεις. Ένας άλλος τομέας στον οποίο τα άτομα με αυτισμό παρουσιάζουν δυσκολία είναι η κατανόηση μεταγνωστικών όρων, δηλαδή όρων οι οποίοι περιγράφουν νοητικές καταστάσεις ή ενέργειες (π.χ. σκέφτομαι, εύχομαι, φαντάζομαι, ονειρεύομαι). Μία σχετική έρευνα (Baron-Cohen et al., 1994) έδειξε ότι τα άτομα με αυτισμό παρουσιάζουν δυσκολία στην αναγνώριση των νοερών όρων και αυτό πιθανά να αποτελεί δείγμα του μειωμένου ενδιαφέροντός τους για τις νοητικές καταστάσεις και ενέργειες (Tager-Flusberg, 1992).

            Κατανόηση των πραγματολογικών πτυχών του λόγου. Τα άτομα με αυτισμό αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην κατανόηση του προφορικού λόγου, οι οποίες τα ακολουθούν σε όλη τους τη ζωή. Το έλλειμμα αυτό σχετίζεται με τις πραγματολογικές πτυχές του λόγου, οι οποίες απαιτούνται για τη δημιουργία και διατήρηση ενός λειτουργικού διαλόγου. Τα άτομα με αυτισμό δεν προσαρμόζουν τον λόγο τους ανάλογα με τις ανάγκες του συνομιλητή τους, δυσκολεύονται στην εναλλαγή και ροή της συνομιλίας, καθώς και στη διατήρηση του θέματός της. Οι προαναφερθείσες δυσκολίες συνδέονται άμεσα με τη θεωρία του νου, καθώς η επικοινωνία προϋποθέτει την κατανόηση των λεγόμενων και από τις δύο πλευρές (Κορνηλάκη, 2010).

Εκτός των παραπάνω, έχει βρεθεί ότι τα άτομα με αυτισμό δυσκολεύονται επίσης να κατανοήσουν την πραγματολογική χρήση της γλώσσας, όπως η ειρωνεία, ο σαρκασμός, το χιούμορ και ο μεταφορικός λόγος (Baron-Cohen, 2001).

Τέλος, μια σειρά πειραματικών μελετών, έδειξε ότι τα άτομα με αυτισμό, δυσκολεύονται να καταλάβουν τα άσχετα από τα σχετικά λεγόμενα σε σχέση με το περιεχόμενο ενός διαλόγου (Baron- Cohen, 1988), όπως επίσης, αδυνατούν να διακρίνουν πότε λένε κάτι ανάρμοστο ή κάτι που θα πληγώσει τον συνομιλητή τους, αλλά και το αντίστροφο.

Παρέμβαση των ελλειμμάτων στα άτομα με αυτισμό

Όπως προκύπτει από τις έρευνες που αναφέρθηκαν παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι η διαταραχή της θεωρίας του νου στα άτομα με αυτισμό έχει μελετηθεί εκτενώς. Αξίζει να αναφερθεί πως έχουν γίνει προσπάθειες σχετικά με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων παρέμβασης τα οποία στοχεύουν στην εκπαίδευση του εν λόγω ελλείμματος, ωστόσο, είναι λιγοστές.

Αυτές οι προσπάθειες θα μπορούσαν να διακριθούν σε δύο κατηγορίες: (α) προγράμματα παρέμβασης για τη διδασκαλία επιμέρους διαστάσεων της θεωρίας του νου (όπως η κατανόηση ψευδών πεποιθήσεων) και (β) προγράμματα παρέμβασης για τη διδαχή των διαστάσεων της θεωρίας του νου σε ένα αναπτυξιακό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τη νόρμα βάσει της οποίας κατακτάται η κάθε διάσταση της εν λόγω θεωρίας στα άτομα τυπικής ανάπτυξης.

Σκοπός των περισσότερων προγραμμάτων ήταν να εκπαιδεύσουν τα άτομα στο πώς να επιτυγχάνουν σε έργα ψευδούς πεποίθησης. Μετά το πέρας του προγράμματος, οι επιδόσεις των ατόμων με αυτισμό ήταν αρκετά βελτιωμένες, όχι μόνο σε σχέση με τις αρχικές, αλλά και με τις επιδόσεις ατόμων τα οποία δε συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Ωστόσο, τα άτομα απέτυχαν στη γενίκευση της νεοαποκτηθείσας γνώσης.

Ο Swettenham (1996) στην έρευνά του χρησιμοποίησε μία προσομοίωση του κλασικού έργου ψευδούς πεποίθησης των Wimmer και Perner (1983) μέσω υπολογιστή, ώστε να διδάξει την κατανόηση ψευδών πεποιθήσεων. Παρ’ όλα αυτά, τα παιδιά με αυτισμό δεν ήταν σε θέση να γενικεύσουν τη νέα γνώση σε άλλα πειραματικά έργα τα οποία εξέταζαν την ίδια ικανότητα.

Μολονότι τα αποτελέσματα των παραπάνω προγραμμάτων παρέμβασης ήταν θετικά, απέτυχαν στο να βοηθήσουν τα άτομα με αυτισμό να γενικεύσουν την αποκτηθείσα γνώση σε νέα έργα ή άλλες περιστάσεις. Το γεγονός αυτό δημιούργησε την ανάγκη υιοθέτησης νέων, περισσότερο «αναπτυξιακών» στρατηγικών παρέμβασης. Λόγου χάρη, οι Hadwin και συνεργάτες (1996) χρησιμοποίησαν έναν καινούριο τρόπο για να διδάξουν κάποιες από τις διαφορετικές διαστάσεις της θεωρίας του νου (κατανόηση επιθυμιών, συμβολικό παιχνίδι κ.ά.), αξιοποιώντας ένα ευρύ φάσμα διδακτικών μέσων και τεχνικών (π.χ. συμπεριφοριστικές τεχνικές, όπως η διαφορική ενίσχυση και η ανατροφοδότηση, και τεχνικές ερωτήσεων του τύπου «γιατί;», «πώς;», «τι έκανε τον Χ να σκεφτεί/αισθανθεί έτσι;» κ.ά.).

Τα αποτελέσματα μετά το τέλος του προγράμματος έδειξαν σημαντική βελτίωση σε συγκεκριμένες διαστάσεις της θεωρίας του νου (κατανόηση επιθυμιών και ψευδών πεποιθήσεων). Επιπλέον, τα άτομα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη γνώση που είχαν αποκτήσει για μια νοητική κατάσταση και σε άγνωστα πειραματικά έργα τα οποία εξέταζαν την ίδια νοητική κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι η αναπτυξιακή προσέγγιση του συγκεκριμένου προγράμματος συνέβαλε στην κατάκτηση των εννοιών, αλλά όχι στη γενίκευσή τους. Με άλλα λόγια, παρόλο που η παρέμβαση υπήρξε επιτυχής ως προς την απόκτηση μεμονωμένων δεξιοτήτων, δεν υπήρξε διάχυση της νέας γνώσης και σε άλλες δεξιότητες/διαστάσεις της ίδιας θεωρίας.

Συμπεράσματα

         Συνοψίζοντας, γίνεται αντιληπτό το γεγονός ότι στα άτομα που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού απουσιάζει η θεωρία του νου, ενώ σε κάποια, κυρίως υψηλής λειτουργικότητας είναι δυνατό να αναπτυχθούν κάποιες βασικές δεξιότητές της, χωρίς να σημαίνει πως αυτές αξιοποιούνται πάντοτε και στον κατάλληλο βαθμό. Ερμηνεύοντας τα ευρήματα των ερευνών, ο Baron-Cohen και οι συνεργάτες του (Baron-Cohen, 2001) υποστήριξαν ότι η θεωρία του νου δεν αναπτύσσεται φυσιολογικά στα άτομα με αυτισμό, γεγονός που έχει ως συνέπεια τη μερική ή ολική «νοητική τους τύφλωση». Η αδυναμία κατανόησης του νου του άλλου, η δυσκολία τους να μπουν στη θέση του και να κατανοήσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, εξηγεί την έλλειψη ενδιαφέροντος για κοινωνικές επαφές και την αποτυχία δημιουργίας κοινωνικών σχέσεων, χαρακτηριστικά συνήθη στη διαταραχή του φάσματος του αυτισμού. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα άτομα αυτά προσλαμβάνουν τη συμπεριφορά των άλλων με ασαφή τρόπο και συχνά αισθάνονται να απειλούνται από αυτούς (Baron-Cohen, 2008). Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντική η διενέργεια περισσότερων ερευνών σε διεθνές αλλά και εθνικό επίπεδο, καθώς και η δημιουργία κατάλληλων προγραμμάτων παρέμβασης με σκοπό την προσπάθεια βελτίωσης αυτής της ικανότητας, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την κοινωνική λειτουργία και ευημερία (Annaleena Holopainen; Daniëlle M. J. de Veld; Elske Hoddenbach; Sander Begeer, 2018).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ

Ζάχου, Β., Τάττου, Β. & Πλατσίδου, Μ. (2014). Η Ανάπτυξη της Θεωρίας του Νου σε Άτοµα µε Νοητική Υστέρηση και σε Άτοµα µε Αυτισµό. Στα Πρακτικά του 9ου Πανελληνίου Συνεδρίου “Ελληνική Παιδαγωγική και Εκπαιδευτική Έρευνα” (σελ.51). Παιδαγωγική Εταιρία Ελλάδος και Πανεπιστήµιο ∆υτικής Μακεδονίας.

Κορνηλάκη Ν. Αικ., Κυπριωτάκη Α. Μ., Μανωλίτσης Γ. (2010) «Πρώιμη Παρέμβαση, Διεπιστημονική Θεώρηση», Εκδόσεις ΠΕΔΙΟ, σελ. 69-77.

Μαρκοδημητράκη Μ. (2020). The development of empathy in twins. Psychology: The Journal of the Hellenic Psychological Society, 19(4), 415–433. https://doi.org/10.12681/psy_hps.24708

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ

American Psychiatric Association, 2013

Astington, J.(1994). Η ανακάλυψη του νου από το παιδί. Cambridge, MA: Harvard University Press. Astington, J., Harris, P., & Olson, D. (1988). Ανάπτυξη θεωριών του νου. Νέα Υόρκη: Cambridge University Press.

Baron-Cohen S, Leslie AM, Frith U. Does the autistic child have a “theory of mind”? Cognition. 1985 Oct;21(1):37-46. doi: 10.1016/0010-0277(85)90022-8. PMID: 2934210.

Baron-Cohen, S. (1989). Are autistic children behaviourists? An examination of their mental-physical and appearance-reality distinctions. Journal of Autism and Developmental Disorders, 19, 579-600.

Baron-Cohen, S. (1991). Do people with autism understand what causes emotions? Child Development, 62, 385-395.

Baron-Cohen, S.(1995).Mindblindness: Ένα δοκίμιο επί αυτισμός και θεωρία του νου.Βοστώνη: MIT Press/ Bradford Books.

Baron-Cohen, S. (1997). Hey! It was just a joke! Understanding propositions and propositional attitudes by normally developing children and children with autism. Israel Journal of Psychiatry, 34, 174-178.

Baron-Cohen, S. (2000). Theory of mind and autism: A Review. Autism, 169–184. https://doi.org/10.1016/s0074-7750(00)80010-5

Baron-Cohen, S., Golan, O., Chakrabarti, B., & Belmonte, M. K. (2008). Social cognition and autism spectrum conditions. In C. Sharp, P. Fonagy, & I. Goodyer (Eds.), Social cognition and developmental psychopathology (pp. 29–56). Oxford University Press. https://doi.org/10.1093/med/9780198569183.003.0002

Hadwin, Julie & Baron-Cohen, Simon & Howlin, Patricia & Hill, Katie. (1997). Does Teaching Theory of Mind Have an Effect on the Ability to Develop Conversation in Children with Autism?. Journal of Autism and Developmental Disorders. 27. 519-537. 10.1023/A:1025826009731.

Holopainen, A., de Veld, D.M.J., Hoddenbach, E. et al. Does Theory of Mind Training Enhance Empathy in Autism?. J Autism Dev Disord 49, 3965–3972 (2019). https://doi.org/10.1007/s10803-018-3671-1

Kana RK, Maximo JO, Williams DL, Keller TA, Schipul SE, Cherkassky VL, Minshew NJ, Just MA. Aberrant functioning of the theory-of-mind network in children and adolescents with autism. Mol Autism. 2015 Oct 27;6:59. doi: 10.1186/s13229-015-0052-x. PMID: 26512314; PMCID: PMC4624365.

Kimhi, Y. (2014) ‘Theory of mind abilities and deficits in autism spectrum disorders’, Topics in Language Disorders, 34(4), pp. 329–343. doi:10.1097/tld.0000000000000033.

Mitchell, P., & Lewis, C.(1995).Οι απαρχές της κατανόησης του νου.Cambridge University Press. Moore, C., & Dunham, P.(1996).Ο ρόλος της κοινής προσοχής στην ανάπτυξη. Erlbaum

Premack, D., και Woodruff, G. (1978). Έχει ο χιμπατζής θεωρία του νου; Behav. Brain Sci. 1, 515-526. doi: 10.1017/S0140525X00076512

Senju A. Spontaneous theory of mind and its absence in autism spectrum disorders. Neuroscientist. 2012 Apr;18(2):108-13. doi: 10.1177/1073858410397208. Epub 2011 May 23. PMID: 21609942; PMCID: PMC3796729.

Rosello B, Berenguer C, Baixauli I, García R and Miranda A (2020) Theory of Mind Profiles in Children With Autism Spectrum Disorder: Adaptive /social skills and pragmatic competence. Frontiers in Psychology, 11, .doi: 10.3389/fpsyg.2020.567401

Tager-Flusberg, H. (1992). Autistic children’s talk about psychological states: deficits in the early acquisition of a theory of mind. Child Development, 63, 161-172.

Tager-Flusberg, H.(1993). Τι αποκαλύπτει η γλώσσα για την κατανόηση του μυαλού στα παιδιά με αυτισμό. Στο Σ.Baron-Cohen, H.Tager-Flusberg & D.ΕΓΩ. Κοέν (Επιμ.), Κατανοώντας τα άλλα μυαλά. Προοπτικές για τον αυτισμό. Oxford University Press.

Tager-Flusberg, H. (2007). Evaluating the Theory-of-Mind Hypothesis of Autism. Current Directions in Psychological Science, 16(6), 311–315. https://doi.org/10.1111/j.1467-8721.2007.00527.x


Comments are closed.